Τη Βουλγαρία επιλέγουν όλο και περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις για να δραστηριοποιηθούν βάζοντας λουκέτο στην έδρα που διατηρούσαν χρόνια στην Ελλάδα και αφήνοντας πίσω δεκάδες έως και εκατοντάδες άνεργους.
Το φορολογικό καθεστώς, το εργασιακό κόστος αλλά και η τιμή της ενέργειας που ισχύουν στη γειτονική χώρα, αλλά και οι συνέπειες της κρίσης προβάλλονται ως οι βασικές αιτίες μετακίνησης.
Στο σημερινό δεύτερο μέρος της έρευνας του Αθήνα 9.84 για την επιχειρηματική μετανάστευση που μεταδίδει στην εκπομπή Αθήνα Σήμερα με τη Νόνη Καραγιάννη, ιδιοκτήτες και στελέχη επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά πλέον στη Βουλγαρία, μίλησαν στην Δέσποινα Μπαρδάκου.
Ο Ιωάννης Κόζας, ιδιοκτήτης της εταιρείας «Όλυμπος 99» με τρόφιμα, παραγωγή, συσκευασία, μεταποίηση και εμπορία τροφίμων μετέφερε την επιχείρησή του στη Βουλγαρία και συγκεκριμένα στην πόλη Μπλαγκόεβγκραντ, πριν από είκοσι χρόνια. Στην επιχείρησή του απασχολεί 220 εργαζόμενους
Όπως λέει, βασικός λόγος ήταν τα φτηνά εργατικά χέρια και το φορολογικό σύστημα. «Η σύσταση μιας επιχείρησης τότε, οι διεκπεραιώσεις ήταν απαγορευτικά για να δραστηριοποιηθεί κάποιος στην Ελλάδα. Αν το φορολογικό αλλάξει και σήμερα, πάλι δεν πιστεύω ότι προσφέρεται η Ελλάδα για επενδύσεις. Στη Βουλγαρία θέλουμε τρεις ώρες για να κάνουμε μία σύσταση εταιρείας και στην Ελλάδα θέλουμε πέντε μήνες».
Κάνει λόγο για ένα σύστημα «σάπιο από τη βάση του», αφού όπως λέει, «οι Έλληνες επιχειρηματίες φορολογούνται καθημερινά γιατί αναγκάζονται να χρηματίσουν ανθρώπους για να γίνει η δουλειά τους που είναι νόμιμη. Κι αυτό να αλλάξει αν δεν κοπεί η μίζα στην Ελλάδα δεν θα γίνουν επενδύσεις στη χώρα μας».
Ο Ιωάννης Καρύδης, διατηρεί στη Σόφια Λογιστικό Γραφείο, το «Accounting Service» με πελάτες ελληνικές ή ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις.
Επισημαίνει πως «ο κύριος λόγος για τη μεταφορά ελληνικών επιχειρήσεων στην Βουλγαρία είναι το φορολογικό. Δεν γίνονται μεγάλες επενδύσεις και μεταφορά δραστηριότητας προσωπικού στη Βουλγαρία αυτή τη στιγμή. Αυτή την εποχή» αναφέρει, «γίνονται ενδιάμεσες εταιρείες εδώ οι οποίες είτε παρακρατούν μέρος του κέρδους στη Βουλγαρία, λόγω της μεγάλης φορολόγησης στην Ελλάδα, είτε γίνονται για λόγους ΦΠΑ γιατί στην Ελλάδα οι επιστροφές φόρων δεν γίνονται ή γίνονται μετά από έναν χρόνο, ενώ στη Βουλγαρία μια επιστροφή ΦΠΑ γίνεται σε έναν μήνα».
Ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο οποίος έχει εγκαταστήσει στο Μπλαγκόεβγκραντ την εταιρία ένδυσης «Μπαλκάντεξ» επαναλαμβάνει κι αυτός πως «οι ελληνικές επιχειρήσεις φεύγουν από την Ελλάδα εξαιτίας της φορολογίας και της αστάθειας που επικρατεί στη χώρα μας. Ο Έλληνας επιχειρηματίας εδώ έχει πιο χαμηλό κοστολόγιο. Επιπλέον η Βουλγαρία είναι πιο σταθερή χώρα από την Ελλάδα. Όσον αφορά τον δικό μας κλάδο πολλοί πελάτες θέλουν περισσότερο να δουλέψουν με τη Βουλγαρία παρά με μία Ελλάδα γιατί δεν ξέρουν τί θα γίνουν αργότερα. Στη δική μας επιχείρηση δουλεύουν μόνο Βούλγαροι. Αυτό γίνεται», εξηγεί, «γιατί για να έρθει ένας Έλληνας στη Βουλγαρία θέλει να πάρει μεγαλύτερο μισθό».
Ο Λευτέρης Αγγανάκης είναι διευθυντής της εταιρίας Εrgotrak A.E. στη Σόφια. Η εταιρία είναι αποκλειστικός αντιπρόσωπος και διανομέας στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια ανυψωτικών και χωματουργικών μηχανημάτων.
Ως θετικό στοιχείο προτάσσει κι αυτός με τη σειρά του τη φορολογία και ως δεύτερο την εργατική νομοθεσία, η οποία είναι όπως τονίζει εντελώς διαφορετική από την ελληνική. «Ο μέσος μισθός με την έννοια που υπάρχει στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Εδώ, ο κατώτατος μισθός που πάνω σε αυτόν υπολογίζονται οι υπόλοιπες εισφορές είναι 290 λέβα, δηλαδή γύρω στα 150 ευρώ. Βέβαια αυτό τον μισθό δεν τον παίρνει κανένας στη Βουλγαρία αλλά πάνω σε αυτόν βασίζονται οι υπόλοιπες εισφορές. Μια εταιρεία έχει πολύ λιγότερα έξοδα στη Βουλγαρία από ό,τι στην Ελλάδα. Επίσης τα συνδικάτα δεν είναι τόσο δυνατά όσο στην Ελλάδα. Και το βασικό είναι ότι μπορείς πολύ πιο εύκολα και με πολύ λίγα χρήματα να δημιουργήσεις εταιρεία. Δύο ευρώ. Τόσο στοιχίζει η δημιουργία μιας εταιρείας και τη δημιουργείς μέσα σε μία εβδομάδα. Ένα άλλο θετικό στοιχείο είναι η θέση που βρίσκεται η Βουλγαρία, γιατί είναι κοντά στις πρώην σοβιετικές χώρες. Η Βουλγαρία δεν είναι απομονωμένη. Αυτό δημιουργεί άλλο ένα πλεονέκτημα για κάποιον που αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά εδώ».
Το φορολογικό καθεστώς, το εργασιακό κόστος αλλά και η τιμή της ενέργειας που ισχύουν στη γειτονική χώρα, αλλά και οι συνέπειες της κρίσης προβάλλονται ως οι βασικές αιτίες μετακίνησης.
Στο σημερινό δεύτερο μέρος της έρευνας του Αθήνα 9.84 για την επιχειρηματική μετανάστευση που μεταδίδει στην εκπομπή Αθήνα Σήμερα με τη Νόνη Καραγιάννη, ιδιοκτήτες και στελέχη επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά πλέον στη Βουλγαρία, μίλησαν στην Δέσποινα Μπαρδάκου.
Ο Ιωάννης Κόζας, ιδιοκτήτης της εταιρείας «Όλυμπος 99» με τρόφιμα, παραγωγή, συσκευασία, μεταποίηση και εμπορία τροφίμων μετέφερε την επιχείρησή του στη Βουλγαρία και συγκεκριμένα στην πόλη Μπλαγκόεβγκραντ, πριν από είκοσι χρόνια. Στην επιχείρησή του απασχολεί 220 εργαζόμενους
Όπως λέει, βασικός λόγος ήταν τα φτηνά εργατικά χέρια και το φορολογικό σύστημα. «Η σύσταση μιας επιχείρησης τότε, οι διεκπεραιώσεις ήταν απαγορευτικά για να δραστηριοποιηθεί κάποιος στην Ελλάδα. Αν το φορολογικό αλλάξει και σήμερα, πάλι δεν πιστεύω ότι προσφέρεται η Ελλάδα για επενδύσεις. Στη Βουλγαρία θέλουμε τρεις ώρες για να κάνουμε μία σύσταση εταιρείας και στην Ελλάδα θέλουμε πέντε μήνες».
Κάνει λόγο για ένα σύστημα «σάπιο από τη βάση του», αφού όπως λέει, «οι Έλληνες επιχειρηματίες φορολογούνται καθημερινά γιατί αναγκάζονται να χρηματίσουν ανθρώπους για να γίνει η δουλειά τους που είναι νόμιμη. Κι αυτό να αλλάξει αν δεν κοπεί η μίζα στην Ελλάδα δεν θα γίνουν επενδύσεις στη χώρα μας».
Ο Ιωάννης Καρύδης, διατηρεί στη Σόφια Λογιστικό Γραφείο, το «Accounting Service» με πελάτες ελληνικές ή ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις.
Επισημαίνει πως «ο κύριος λόγος για τη μεταφορά ελληνικών επιχειρήσεων στην Βουλγαρία είναι το φορολογικό. Δεν γίνονται μεγάλες επενδύσεις και μεταφορά δραστηριότητας προσωπικού στη Βουλγαρία αυτή τη στιγμή. Αυτή την εποχή» αναφέρει, «γίνονται ενδιάμεσες εταιρείες εδώ οι οποίες είτε παρακρατούν μέρος του κέρδους στη Βουλγαρία, λόγω της μεγάλης φορολόγησης στην Ελλάδα, είτε γίνονται για λόγους ΦΠΑ γιατί στην Ελλάδα οι επιστροφές φόρων δεν γίνονται ή γίνονται μετά από έναν χρόνο, ενώ στη Βουλγαρία μια επιστροφή ΦΠΑ γίνεται σε έναν μήνα».
Ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο οποίος έχει εγκαταστήσει στο Μπλαγκόεβγκραντ την εταιρία ένδυσης «Μπαλκάντεξ» επαναλαμβάνει κι αυτός πως «οι ελληνικές επιχειρήσεις φεύγουν από την Ελλάδα εξαιτίας της φορολογίας και της αστάθειας που επικρατεί στη χώρα μας. Ο Έλληνας επιχειρηματίας εδώ έχει πιο χαμηλό κοστολόγιο. Επιπλέον η Βουλγαρία είναι πιο σταθερή χώρα από την Ελλάδα. Όσον αφορά τον δικό μας κλάδο πολλοί πελάτες θέλουν περισσότερο να δουλέψουν με τη Βουλγαρία παρά με μία Ελλάδα γιατί δεν ξέρουν τί θα γίνουν αργότερα. Στη δική μας επιχείρηση δουλεύουν μόνο Βούλγαροι. Αυτό γίνεται», εξηγεί, «γιατί για να έρθει ένας Έλληνας στη Βουλγαρία θέλει να πάρει μεγαλύτερο μισθό».
Ο Λευτέρης Αγγανάκης είναι διευθυντής της εταιρίας Εrgotrak A.E. στη Σόφια. Η εταιρία είναι αποκλειστικός αντιπρόσωπος και διανομέας στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια ανυψωτικών και χωματουργικών μηχανημάτων.
Ως θετικό στοιχείο προτάσσει κι αυτός με τη σειρά του τη φορολογία και ως δεύτερο την εργατική νομοθεσία, η οποία είναι όπως τονίζει εντελώς διαφορετική από την ελληνική. «Ο μέσος μισθός με την έννοια που υπάρχει στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Εδώ, ο κατώτατος μισθός που πάνω σε αυτόν υπολογίζονται οι υπόλοιπες εισφορές είναι 290 λέβα, δηλαδή γύρω στα 150 ευρώ. Βέβαια αυτό τον μισθό δεν τον παίρνει κανένας στη Βουλγαρία αλλά πάνω σε αυτόν βασίζονται οι υπόλοιπες εισφορές. Μια εταιρεία έχει πολύ λιγότερα έξοδα στη Βουλγαρία από ό,τι στην Ελλάδα. Επίσης τα συνδικάτα δεν είναι τόσο δυνατά όσο στην Ελλάδα. Και το βασικό είναι ότι μπορείς πολύ πιο εύκολα και με πολύ λίγα χρήματα να δημιουργήσεις εταιρεία. Δύο ευρώ. Τόσο στοιχίζει η δημιουργία μιας εταιρείας και τη δημιουργείς μέσα σε μία εβδομάδα. Ένα άλλο θετικό στοιχείο είναι η θέση που βρίσκεται η Βουλγαρία, γιατί είναι κοντά στις πρώην σοβιετικές χώρες. Η Βουλγαρία δεν είναι απομονωμένη. Αυτό δημιουργεί άλλο ένα πλεονέκτημα για κάποιον που αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά εδώ».