Την παραίτησή του από τη θέση του γενικού γραμματέα Τελωνειακών και Φορολογικών Υποθέσεων υπέβαλε ο Γιάννης Καπελέρης, μετά από σχετικό αίτημα του υπουργού Οικονομικών. Ασκήθηκε δίωξη εις βάρος του, καθώς και ενός ακόμη στελέχους του υπουργείου Οικονομικών, ύστερα από παραγγελία, που έδωσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών ο οικονομικός εισαγγελέας, Γ. Πεπόνης. Ο κ. Βενιζέλος ζήτησε την παραίτηση Καπελέρη μετά την άσκηση δίωξης σε βάρος του, για απιστία περί την υπηρεσία. Η δίωξη αφορά τις καταγγελίες, που είχαν δει το φως της δημοσιότητας με αφορμή την παραίτηση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών, Δ. Σπινέλη για μη εισπραξη προστίμων που αφορούσαν λαθρεμπόριο καυσίμων.
Μείζον οικονομικό, πολιτικό και ηθικό ζήτημα εγείρει η δίωξη που ασκήθηκε σε βάρος του Γενικού Γραμματέα Τελωνειακών και Φορολογικών Θεμάτων του υπουργείου Οικονομικών Γιάννη Καπελέρη καθώς και ενός ακόμη στελέχους του υπουργείου Οικονομικών, αναφέρει ο εκπρόσωπος της ΝΔ Γιάννης Μιχελάκης σε ανακοίνωσή του.
Σύμφωνα με τον κ. Μιχελάκη, «το ζήτημα παίρνει ακόμη σοβαρότερες διαστάσεις, εφόσον αληθεύουν οι ισχυρισμοί Καπελέρη, ότι τα πρόστιμα δεν εισπράττονταν ενόψει νομοθετικής ρύθμισης».
Ο εκπρόσωπος της ΝΔ επισημαίνει ότι για όλα αυτά δεν αρκεί η καθυστερημένη απομάκρυνση του κ. Καπελέρη, αλλά απαιτούνται άμεσα τεκμηριωμένες απαντήσεις.
Αιχμές για την επίσπευση του κλεισίματος της έρευνας του Αρείου Πάγου σχετικά με τους λόγους που επικαλέσθηκαν στην επιστολή παραίτησής τους άφησε ο αναπληρωτής οικονομικός εισαγγελέας Σπύρος Μουζακίτης, τονίζοντας πως τόσο ο ίδιος όσο και ο συνάδελφός του Γρηγόρης Πεπόνης έδωσαν προφορικά ονόματα και στοιχεία για τις παρεμβάσεις που κατήγγειλαν στο έργο τους.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών λίγο μετά την παραγγελία του οικονομικού εισαγγελέα αναφέρεται επίσης:
«Σημειώνεται πάντως ότι, κατά την τελευταία συνεδρίαση της Εθνικής Επιτροπής κατά της Φοροδιαφυγής, επειδή οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων είχαν προτείνει την νομοθετική ρύθμιση του θέματος αυτού, θεωρώντας ότι δεν σχετίζεται με πράξεις λαθρεμπορίας, ο υπουργός Οικονομικών είχε ζητήσει από την Γενική Γραμματεία Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων -παρουσία του οικονομικού εισαγγέλεα Γ.Πεπόνη- να διασταυρώσουν τα στοιχεία με την Ελληνική Αστυνομία και ιδίως την Υποδιεύθυνση Οικονομικού Εγκλήματος και τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου, που ασχολούνται επίσης με θέματα λαθρεμπορίας καυσίμων, προκειμένου να μην αφεθεί κανένα απολύτως περιθώριο διαφυγής σε πρατηριούχους καυσίμων που εντάσσονται στο σύστημα «ΗΦΑΙΣΤΟΣ» και εμπλέκονται σε υποθέσεις λαθρεμπορίας καυσίμων.»
Ο κ. Πεπόνης, με βάση την πορισματική αναφορά του αναπληρωτή οικονομικού εισαγγελέα που διενήργησε την έρευνα, Σπύρου Μουζακίτη, ζητά να ασκηθεί δίωξη σε βάρος του Γιάννη Καπελέρη και σε βάρος της επικεφαλής της Διεύθυνσης Ελέγχου Τελωνείων, Ευαγγελίας Πανταζή, για το αδίκημα της απιστίας περί την υπηρεσία. Στην παραγγελία διευκρινίζεται ότι το αδίκημα διαπράχθηκε σε βάρος της δημόσιας περιουσίας με την επιβαρυντική περίσταση της ιδιαίτερα μεγάλης αξίας της πράξης βάσει του νόμου 1608/50 περί καταχραστών του δημοσίου.
Όπως αναφέρει στο πόρισμά του ο κ. Μουζακίτης, το ύψος της ζημίας ανέρχεται κατ' ελάχιστον στο ποσό των 15 εκατομμυρίων ευρώ. Ο κ. Μουζακίτης τονίζει ότι «η ζημία αυτή, αν λάβουμε υπόψη τις κρίσιμες συνθήκες για την κοινωνία και την πολιτεία, μεγιστοποιείται εκ των πραγμάτων».
Ο κ. Πεπόνης ζητά να ερευνηθεί κατά την ανάκριση, που θα διενεργηθεί για την υπόθεση, το ενδεχόμενο ύπαρξης ηθικών αυτουργών και εφόσον διαπιστωθεί, να ασκηθεί ανάλογη ποινική δίωξη.
Η προκαταρκτική, που διενήργησε ο κ. Μουζακίτης, ξεκίνησε στις 20 Οκτωβρίου ύστερα από δημοσιεύματα, με αφορμή την παραίτηση του Δ. Σπινέλη, περί ύπαρξης «παραμηχανισμού» εντός του υπουργείου Οικονομικών που αδρανοποιούσε-μπλόκαρε την είσπραξη προστίμων, τα οποία είχαν επιβληθεί μέσω του συστήματος ΗΦΑΙΣΤΟΣ για λαθρεμπόριο καυσίμων.
Ο κ. Καπελέρης κλήθηκε σε κατάθεση με την ιδιότητα του υπόπτου ενώπιον του κ. Μουζακίτη και, σύμφωνα με πληροφορίες, αρνήθηκε οποιαδήποτε ποινική του ευθύνη επικαλούμενος προβληματική διαδικασία του συστήματος ΗΦΑΙΣΤΟΣ. Φέρεται να υποστήριξε ότι τα επίμαχα πρόστιμα ήταν εκπρόθεσμες εγγραφές, που αφορούσαν χιλιάδες επιχειρήσεις, οι οποίες θα έκλειναν αν προχωρούσε η διαδικασία. Φέρεται, επίσης, να υποστηρίζει ότι το πρόβλημα ήταν γνωστό στην ηγεσία του υπουργείου και ότι αναμενόταν νομοθετική ρύθμιση για την επίλυση του ζητήματος.