Ομάδα επιστημόνων με μελέτη που δημοσίευσαν, αποκάλυψαν πως ο εθισμός στο διαδίκτυο είναι πιθανό, πέρα από ψυχολογικούς, να οφείλεται και σε βιολογικούς παράγοντες.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου του περιοδικού «Ψυχικής Τοξικομανίας» και πραγματοποιήθηκε από το πανεπιστήμιο της Βόννης σε συνεργασία με το Κεντρικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας του Manheim.
Ομάδα επιστημόνων πήρε συνέντευξη από 843 χρήστες του διαδικτύου, από τους οποίους οι 132 αποκάλυψαν «προβληματική» συμπεριφορά στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζαν την σχέση τους με το ίντερνετ.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, «όλες τους οι σκέψεις είχαν να κάνουν με το διαδίκτυο και ένοιωθαν πως θα είχαν σοβαρές επιπτώσεις στην ευημερία τους αν έπρεπε να ζήσουν χωρίς αυτό».
Οι ερευνητές συνέκριναν μετά τους χρήστες αυτούς με ένα group ελέγχου αποτελούμενο από υγιής χρήστες και βρήκαν πως η πλειοψηφία όσων δήλωναν εθισμένοι στο διαδίκτυο παρουσίαζαν μια γενετική παραλλαγή η οποία μάλιστα έχει αποδειχτεί στο παρελθόν πως συνδέεται με τον εθισμό στη νικοτίνη.
Η παραλλαγή αυτή, που σχετίζεται με το γονίδιο CHRNA4, επηρεάζει το νικοτινικό υποδοχέα ακετυλοχολίνης στον εγκέφαλο. Τόσο η νικοτίνη από το κάπνισμα όσο και η ακετυλοχολίνη που παράγεται από τον οργανισμό μας, συνδέεται με τον υποδοχέα αυτόν και προκαλεί τον εγκέφαλο να απελευθερώσει χημικά που μας κάνουν να αισθανόμαστε όμορφα όταν κάνουμε πράγματα που μας ευχαριστούν.
«Το εύρημα αυτό αποδεικνύει πως ο εθισμός στο διαδίκτυο μπορεί να μην είναι στην φαντασία μας, ούτε και είναι καθαρά ψυχολογικό θέμα», εξηγεί ο επικεφαλής της έρευνας, Dr Christian Montag.
Μάλιστα, όσοι υποστηρίζουν πως οι άντρες είναι πιο επιρρεπείς στον εθισμό στο ίντερνετ μάλλον κάνουν λάθος αφού η ίδια έρευνα έδειξε πως η παραλλαγή αυτού του γονιδίου εμφανίζεται πιο συχνά στις γυναίκες.
Σύμφωνα με το δρ. Montag «ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να προκύψει από μια συγκεκριμένη υποομάδα της εξάρτησης στο διαδίκτυο, όπως για παράδειγμα η χρήση των κοινωνικών δικτύων».
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου του περιοδικού «Ψυχικής Τοξικομανίας» και πραγματοποιήθηκε από το πανεπιστήμιο της Βόννης σε συνεργασία με το Κεντρικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας του Manheim.
Ομάδα επιστημόνων πήρε συνέντευξη από 843 χρήστες του διαδικτύου, από τους οποίους οι 132 αποκάλυψαν «προβληματική» συμπεριφορά στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζαν την σχέση τους με το ίντερνετ.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, «όλες τους οι σκέψεις είχαν να κάνουν με το διαδίκτυο και ένοιωθαν πως θα είχαν σοβαρές επιπτώσεις στην ευημερία τους αν έπρεπε να ζήσουν χωρίς αυτό».
Οι ερευνητές συνέκριναν μετά τους χρήστες αυτούς με ένα group ελέγχου αποτελούμενο από υγιής χρήστες και βρήκαν πως η πλειοψηφία όσων δήλωναν εθισμένοι στο διαδίκτυο παρουσίαζαν μια γενετική παραλλαγή η οποία μάλιστα έχει αποδειχτεί στο παρελθόν πως συνδέεται με τον εθισμό στη νικοτίνη.
Η παραλλαγή αυτή, που σχετίζεται με το γονίδιο CHRNA4, επηρεάζει το νικοτινικό υποδοχέα ακετυλοχολίνης στον εγκέφαλο. Τόσο η νικοτίνη από το κάπνισμα όσο και η ακετυλοχολίνη που παράγεται από τον οργανισμό μας, συνδέεται με τον υποδοχέα αυτόν και προκαλεί τον εγκέφαλο να απελευθερώσει χημικά που μας κάνουν να αισθανόμαστε όμορφα όταν κάνουμε πράγματα που μας ευχαριστούν.
«Το εύρημα αυτό αποδεικνύει πως ο εθισμός στο διαδίκτυο μπορεί να μην είναι στην φαντασία μας, ούτε και είναι καθαρά ψυχολογικό θέμα», εξηγεί ο επικεφαλής της έρευνας, Dr Christian Montag.
Μάλιστα, όσοι υποστηρίζουν πως οι άντρες είναι πιο επιρρεπείς στον εθισμό στο ίντερνετ μάλλον κάνουν λάθος αφού η ίδια έρευνα έδειξε πως η παραλλαγή αυτού του γονιδίου εμφανίζεται πιο συχνά στις γυναίκες.
Σύμφωνα με το δρ. Montag «ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να προκύψει από μια συγκεκριμένη υποομάδα της εξάρτησης στο διαδίκτυο, όπως για παράδειγμα η χρήση των κοινωνικών δικτύων».