Στις 15 Δεκεμβρίου όλοι οι Έλληνες, των οποίων οι συγγενείς είχαν συνθλιβεί στο μύλο της «Ελληνικής Eπιχείρησης» του 1937-1938, ή είχαν συλληφθεί για πολιτικούς λόγους, ανάβουν κεριά στα σπίτια τους.
Η 15η Δεκεμβρίου είναι Ημέρα Μνήμης «Ελληνικής εκστρατείας» του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων». N.K.V.D.
ΟΙβάν Γ. ΤζούχαΕλληνορώσος ιστορικός (ειδικός συγγραφέας για την ιστορία των Ελλήνων στη Ρωσία), υπεύθυνος του ιντερνετικού κόμβου«Ελληνικό μαρτυρολόγιο», γεωλόγος και πολιτικός, μίλησε στον Αθήνα 9.84 και στον AIR 104.4, στην Έλενα Κοντράτοβα.
Ερ: Ιβάν Πετροβιτς, έχετε αφιερώσει τη ζωή σας στην ιστορία των Ελλήνων στη Ρωσία. Το πρώτο σας βιβλίο, «Η ελληνική επιχείρηση» του ΝΚΒΔ 1937-38 είναι ένας φόρος τιμής σε όσους σκοτώθηκαν στα χρόνια της σταλινικής καταστολής. Τι σημαίνει για εσάς η 15η Δεκεμβρίου 1937;
Ι.Τ.: «Η 15η του Δεκεμβρίου 1937, είναι η ημερομηνία κατά την οποία Έλληνες της ΕΣΣΔ έδωσαν τον δικό τους «φόρο αίματος». Η καταστολή εναντίον των Ελλήνων στην ΕΣΣΔ υπήρχε και πριν από τον πρώτο εμφύλιο πόλεμο και στην εποχή της απαλλοτρίωσης κατά το πρώτο εξάμηνο του ‘30, και τότε δηλαδή συλλαμβάνανε τους Έλληνες, στην ίδια βάση όπως και όλους τους πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης. Η συστηματική όμως δίωξη ξεκίνησε με έκδοσης οδηγίας № 50215 της 11 Δεκ. 1937, υπογεγραμμένη από τον Κομισάριο των Εσωτερικών Υποθέσεων N.I. Γιεζόφ. Σας διαβάζω ένα απόσπασμα από την οδηγία:
«Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι η ελληνική μυστική υπηρεσία δραστηριοποιείται ενεργά στην κατασκοπεία και τη δολιοφθορά και ετοιμάζει εξεγέρσεις κατά της Σοβιετικής Ένωσης, εκτελώντας εντολές των αγγλικών, γερμανικών και ιαπωνικών μυστικών υπηρεσιών.
Οι περιοχές όπου εκτυλίσσεται αυτό το έργο βρίσκονται στις ελληνικές αποικίες στο Ροστόβ, στο Δον και το Κρασνοντάρ περιοχές του Βόρειου Καυκάσου, του Ντόνετσκ, της Οδησσού και άλλες περιοχές της Ουκρανίας, της Αμπχαζίας, καθώς και σε άλλα μέρη του Καυκάσου, της Κριμαίας.
Προκειμένου να περιοριστούν οι δραστηριότητες της ελληνικής κατασκοπείας στα εδάφη της Ε.Σ.Σ.Δ. διατάζω:
1. Την 15η Δεκεμβρίου, ταυτόχρονα σε όλες τις Δημοκρατίες, εδάφη και τις περιφέρειες να συλληφθούν όλοι οι Έλληνες ύποπτοι για κατασκοπεία, σαμποτάζ, ανταρσία και εθνικιστική αντισοβιετική δραστηριότητα.
2. Να συλληφθούν και όλοι οι Έλληνες (ελληνικής καταγωγής και πολίτες της ΕΣΣΔ) ή πολιτικοί πρόσφυγες από την Ελλάδα, καθώς και οι Έλληνες που εισήλθαν παράνομα στη Σοβιετική Ένωση ανεξάρτητα από την χώρα από την οποία ήρθαν...»
Υπογραφή
Λαϊκός Κομισάριος Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ
Γενικός Επίτροπος Ασφάλειας του Κράτους
Γιεζόφ»
Το Διάταγμα του Γιεζόφ υπογράφτηκε στις 11 Δεκεμβρίου και δόθηκαν τέσσερις ημέρες για να προετοιμαστούν οι συλλήψεις: να ετοιμαστούν οι κατάλογοι, να οργανωθούν οι επιχειρησιακές ομάδες, οι φυλακές κράτησης και ούτω καθεξής. Και τη νύχτα της 14ης προς την 15η Δεκεμβρίου σε ολόκληρη την επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης, ξεκίνησαν οι συλλήψεις Ελλήνων. Αυτή είναι η χειρότερη ημέρα στην ιστορία των Ελλήνων της ΕΣΣΔ. Στη συνέχεια, υπήρχαν και άλλες κατασταλτικές επιχειρήσεις, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘40. Τότε οι Έλληνες, είχαν συλληφθεί επίσης με μοναδικό κριτήριο το ότι ήταν Έλληνες. Η 15η Δεκεμβρίου1937 η λεγόμενη «ελληνική επιχείρηση» της NKVD, δηλαδή του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων, ήταν δυσανάλογα πιο αιματηρή από τις άλλες. Κατά τη διάρκεια της «ελληνικής επιχείρησης» στο πλαίσιο της «μεγάλης τρομοκρατίας» της Σοβιετικής Ένωσης, πραγματοποιήθηκαν 14 εθνικές επιχειρήσεις εναντίον των άλλων εθνικοτήτων, η ελληνική όμως ήταν η πιο αιματηρή. Δολοφονήθηκε πάνω από το 93% των συλληφθέντων».
Ερ.: Αυτό το ποσοστό σε πόσους ανθρώπους αναλογεί;
Ι.Τ.:«Αυτά τα στοιχεία τώρα τα προσδιορίζω, επειδή στην πρώτη έκδοση του βιβλίου "Η Ελληνική επιχείρηση" του 2006, δεν μπορούσα να έχω πρόσβαση σε όλα τα αρχεία. Μέχρι σήμερα, όπως και τα τελευταία τρία χρόνια έχω δουλέψει τα αρχεία στην έδρα της FSB, εκεί βρήκα και τα 133 πρωτόκολλα με το ελληνικό θέμα, στα οποία ήταν περισσότεροι από δώδεκα χιλιάδες άνθρωποι, αλλά υπάρχουν επίσης πολλά πρωτόκολλα στις περιφέρειες τα οποία, δυστυχώς, δεν είναι όλα διαθέσιμα. Στη συνέχεια εργάστηκα για τις πιο σημαντικές περιοχές της Επικράτειας, δηλαδή το Κρασνοντάρ και την περιοχή Ντόνετσκ, και νομίζω ότι ο συνολικός αριθμός συλληφθέντων είναι περίπου 15.000. Σε κάθε περιοχή έχουμε και διαφορετικό ποσοστό συλληφθέντων. Δύο είναι όμως οι περιοχές όπου πραγματοποιήθηκαν μαζικές συλλήψεις. Το Κρασνοντάρ και το Ντονέτσκ. Εκεί εκτελέστηκε το 95% με 96% των συλληφθέντων. Αυτό υποδηλώνει έναν αριθμό που κυμαίνεται από 12.500 έως 15.000 κρατουμένους».
Ερ.: Γιατί ο Στάλιν φοβόταν τους Έλληνες ;
Ι.Τ.: «Σε αυτό το ερώτημα και στον περιορισμένο χρόνο της συνέντευξης μας, είναι λίγο δύσκολο να δώσουμε μια επαρκώς τεκμηριωμένη απάντηση. Ωστόσο, σε γενικές γραμμές σας λέω πως υπήρχε μια σχετική αιτία. Να σας υπενθυμίσω ότι στη Σοβιετική Ένωση πραγματοποιήθηκαν συνολικά 14 «εθνικές εκκαθαρίσεις» (εναντίον των Γερμανών, των Πολωνών και άλλων εθνικοτήτων). Η ελληνική ήταν η 13η στη σειρά. Έτσι, ο κύριος λόγος, στο πλαίσιο της «Μεγάλης Τρομοκρατία» ήταν η τρομοκράτηση του ίδιου του λαού. Ο Στάλιν χωρίς την τρομοκρατία δεν θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία. Όσο για τα αντίποινα εναντίον ξένων, ο κύριος λόγος είναι το εξής: οι ξένοι στην ΕΣΣΔ, ανεξάρτητα από το ποιοι ήταν (Έλληνες, Ιταλοί, Γάλλοι, Γερμανοί) θεωρούνταν εν δυνάμει εχθροί. Ως πιθανή«Πέμπτη φάλαγγα» σε έναν πιθανό πόλεμο. Ο Στάλιν ετοιμαζόταν για πόλεμο, που στην πραγματικότητα είμαι σίγουρος ότι, αυτός τον ξεκίνησε και, σε κάθε περίπτωση απλά τον πρόλαβε ο Χίτλερ (αλλά αυτό δεν είναι το αντικείμενο της συνέντευξής μας). Έτσι, για τον Στάλιν όλοι οι ξένοι ήταν «μια Πέμπτη φάλαγγα». Στην πραγματικότητα όμως, γνωρίζουμε πως κανένας Έλληνας στρατιώτης δεν πολέμησε με την Βέρμαχτ εναντίον του Κόκκινου Στρατού. Και αυτό είναι κάτι που κάνει πολύ υπερήφανους τους Έλληνες.
Το1937, ο Στάλιν είχε μια λογική ακόμη πιο διαβολική. Είναι γεγονός πως από το σύνολο των ξένων που ζούσαν τότε στη Σοβιετική Ένωση το 95% ήταν Έλληνες. Πρόκειται για εκείνους τους Έλληνες που εγκατέλειψαν τον Πόντο και τα παράλια της Τουρκίας, μετά τη Γενοκτονία και ήρθαν πριν από την επανάσταση. Διατήρησαν την ελληνική ιθαγένεια. Έτσι για τις σοβιετικές Αρχές ήταν αλλοδαποί. Από εκεί ξεκινάει η απέχθεια του Στάλιν για τους Έλληνες. Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε επίσης το γεγονός ότι ο Στάλιν ήθελε να εντάξει την Ελλάδα σε ένα ειδικό σχέδιο της στρατηγικής του για την «παγκόσμια επανάσταση». Κάτω από τη στέγη της Κομμουνιστικής Διεθνούς στη Μόσχα φιλοξένησε πολλούς ξένους, και το ελληνικό τμήμα όπου εκπαίδευαν μαχητές, ήταν το μεγαλύτερο. Σε αυτά τα τμήματα προετοιμασίας ανταρτών, συμμετείχαν πολλοί Έλληνες για αποστολές στην Ελλάδα, την Ιταλία και τη Νότια Αμερική, επειδή η φυσιογνωμία του Έλληνα ταιριάζει με των χωρών εκείνων. Και, όταν στην Ελλάδα η μοναρχία αποκαταστάθηκε και ήρθε στην εξουσία ο δικτάτορας Μεταξάς, τα σχέδια του Στάλιν, χρησιμοποιώντας την Ελλάδα ως βάση για τη διείσδυση των μαχητών και σε άλλες χώρες, έχει υποστεί πλήγμα. Πώς θα μπορούσε να εκδικηθεί ο Στάλιν; Εναντίον ποιου θα έπρεπε να στραφεί η οργή του; Οι Έλληνες της ΕΣΣΔ την εποχή εκείνη ήταν το πιο πρόσφορο θύμα του».
Ερ.: Έχετε μιλήσει με τον πατέρα σας γι αυτό το θέμα; Τι Σας είπε;
Ι.Τ.:«Από το πατέρα μου ξεκίνησαν όλα. Το ενδιαφέρον μου για το θέμα, στηρίζεται σε δύο ισχυρά κίνητρα που, με έκαναν να αναλάβω αυτό το θέμα εξ αρχής. Είναι η ιστορία της οικογένειάς μου (στον κατάλογο των θυμάτων υπάρχει και το όνομα του παππού μου, που τον εκτέλεσαν). Επίσης, πυροβολήθηκε και ο αδελφός του, ενώ ο τρίτος αδελφός εστάλη στo στρατόπεδο της Κολιμά. Η αδελφή του παππού συνελήφθη, η περιουσία της κατασχέθηκε και η ίδια στάλθηκε στη Σιβηρία. Αυτή είναι η ιστορία της οικογένειάς μου. Και τότε, ψάχνοντας έμαθα ότι, κάθε σπίτι στο χωριό μου, αποτελεί τους κρίκους της αλυσίδας. Μια κοινή μοίρα για περίπου 150 ανθρώπους. Όταν μεγάλωσα, έμαθα ότι σε κάθε χωριό της περιοχής του Ντόνετσκ συνέβη το ίδιο πράγμα. Όταν σπούδαζα στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας συνάντησα άλλους Έλληνες από τη Γεωργία, την Κριμαία, και μου είπαν ότι το ίδιο συμβαίνει και εκεί. Και αυτό είναι το δεύτερο κίνητρο μου: Ξαφνικά κατάλαβα ότι, για την φοβερή ιστορία των Ελλήνων της ΕΣΣΔ, δεν έγραψε ποτέ κανείς ή δεν γυρίστηκε ταινία, ούτε ακόμα και μισή γραμμή στις εφημερίδες σχετικά με αυτό. Για μια τέτοια κατάσταση, η ελληνική ιστορία πρέπει να διορθωθεί και κάποιος πρέπει να συμπεριλάβει αυτό το γεγονός.
Κάθε χρόνο διαβάζω την Ιλιάδα και, μια μέρα, μετά από μια ανάγνωση, κατάλαβα ότι αν κάνουμε το «Αχαϊκό μαρτυρολόγιο», τον κατάλογο, δηλαδή, των νεκρών των Αχαιών στην Τροία, σύμφωνα με τον Όμηρο, αυτός θα είναι πληρέστερος, παρά το γεγονός ότι αυτό συνέβη πριν από 3.000 χρόνια. Αντίθετα, όλα όσα συνέβησαν πριν από μόλις 75 χρόνια δεν τα γνωρίζει κανείς. Την αδικία αυτή θα πρέπει να την αποκαταστήσουμε. Είμαστε μέρος του ελληνικού λαού. Είναι καθήκον κάθε ιστορικού να γράψει κάτι για την ιστορία της Ελλάδας. Δικό μου καθήκον είναι να ασχοληθώ με αυτή την υπόθεση.
Ο πατέρας μου μιλούσε πολύ λίγο γι'αυτή την υπόθεση, ήταν ένα «ταμπού». Έρχονταν, έλεγε, το βράδυ και«έπαιρναν» τον κόσμο από τα σπίτια του. Όταν ο αδελφός του επέστρεψε από την Κολιμά, μιλούσε με τον πατέρα μου σιγανά, εγώ ήμουν τότε παιδί. Κάθε φορά που τους πλησίαζα σταματούσαν μην τους ακούσω. Μου είχε κάνει όμως τότε εντύπωση μια λέξη: ήταν σαν ένα κανονικό ρήμα στη ρωσική γλώσσα, τη λέξη«πήραν», η εκφορά και μόνο προκαλούσε τρόμο.
Το καλύτερο απ'όλα μου το είπε μέσω ενός μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που μου έστειλε μια γυναίκα:
«Ήμουν πέντε ή έξι χρόνων... Η μητέρα έβγαλε από την κρυψώνα μια άγνωστη φωτογραφία και πληρώνοντας λίγα ρούβλια ανέθεσε να φτιάξουν ένα πορτρέτο. Τότε έμαθα για πρώτη φορά ότι αυτός ήταν ο θείος Σάσα, ο αδελφός της μητέρας μου.
- Πού είναι;, ρώτησα.
- Τον «πήραν» το ‘37 - είπε η μητέρα μου. Δεν υπήρχε τίποτα περισσότερο που θα μπορούσε να ειπωθεί για να εξηγήσει σε ένα παιδί, γιατί άνθρωποι χάνονται κάπου μακριά, και οι άλλοι δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί δεν έχουν επιστρέψει...».
Η λέξη αυτή έχει σημαδέψει τη ζωή μου, την οικογένεια μου. Ήταν πάντα ένα μυστήριο για μένα, έκρυβε μια καταστροφή, αυτήν της οικογένειάς μου. Μετά τις σπουδές μου στο πανεπιστήμιο, συνειδητοποίησα ότι αφορούσε μια καταστροφή που υπέστη ο λαός μου. Αυτό σημαίνει πάρα πολλά για μένα».
Γι αυτό το έργο του, για «τη συνεισφορά στην ανάπτυξη του Ελληνισμού» ο Ιβάν Γ. Τζούχα τιμήθηκε το 2005 με το Χρυσό Μετάλλιο του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Στο διοικητικό κέντρο του Μαγκαντάν, Kolyma τοποθετήθηκε μια αναμνηστική πλάκα για τους Έλληνες, τα αθώα θύματα της σταλινικής καταπίεσης.
Στο Κρασνοντάρ, υπάρχει μνημείο για τους Έλληνες θύματα της σταλινικής τρομοκρατίας.