του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη
Κράτησα τη ζωή μου
κράτησα τη ζωή μου
ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα
κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες
με τα φύλλα της οξιάς καμιά φωτιά στην κορυφή τους.
Γιώργος Σεφέρης
Μέσα στη γενικότερη παραζάλη του, ένα τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, εκείνο που αρνείται να δει την πραγματικότητα και φαντασιώνεται θριαμβευτικές επιστροφές στο παρελθόν «με ένα νόμο κι ένα άρθρο», είναι ιδιαίτερα ευέλικτο στις λογικές ακροβασίες.
Αγαπημένο του νούμερο στην παράσταση «δημόσιος διάλογος» είναι η τακτική του συμψηφισμού ως αποδεικτικό εργαλείο της ιδεολογικής του υπεροχής, ή έστω του δίκιου του σε επίπεδο επιχειρημάτων. Η τακτική αυτή συνίσταται στην απόπειρα σύγκρισης και συμψηφισμού, ανόμοιων κατά βάση ζητημάτων και αποσκοπεί στο να παρουσιάσει τον θύτη ως θύμα ή και το αντίστροφο. Στην προσπάθεια τους αυτή, οι θιασώτες του συμψηφισμού, ακυρώνουν πρώτα από όλα την κληρονομιά του Διαφωτισμού και παράλληλα προσβάλουν όλους τους νόμους της αριστοτέλειας λογικής.
Είναι κατάκτηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, είτε σε νομικό, είτε σε πολιτικό, είτε σε λογικό επίπεδο, η αυτόνομη εξέταση των ζητημάτων, η ενδελεχής μελέτη των εσωτερικών και εξωτερικών αιτιών γέννησης και εξέλιξης τους. Το επιχείρημα που συμβολικά θα συνοψιζόταν στη φράση «κι εσείς δέρνετε τους μαύρους» από το γνωστό ανέκδοτο, δεν έχει θέση σε καμιά μορφή δημόσιού ή ιδιωτικού διαλόγου.
Αν κάποιος έχει διαπράξει ένα έγκλημα, θα πρέπει να τιμωρηθεί για αυτό και μόνο. Η επιβολή της ποινής, η διάρκεια της και το είδους της, δεν είναι μεγέθη συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα για κάποιο άλλο έγκλημα που διέπραξε κάποιος άλλος, κάπου αλλού, κάτω από άλλες συνθήκες. Ομοίως και στην πολιτική, ο κάθε πολιτικός φορέας, πολιτική πρόταση κλπ κρίνονται αυτοτελώς και όχι σε σύγκριση με κάποιον άλλον, κάπου αλλού, κάτω από κάποιες άλλες συνθήκες.
Η τακτική του συμψηφισμού όμως, πέραν του τραγελαφικού της χαρακτήρα, είναι επικίνδυνη, γιατί οδηγεί στη λογική της συλλογικής ευθύνης, καταργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, ένα ακόμη μεγάλο κληροδότημα του ευρωπαϊκού πολιτισμού και ανακαλώντας μνήμες από τα ολοκαυτώματα που προκάλεσαν οι ολοκληρωτικές ιδεολογίες κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που τη λογική αυτή ενστερνίζονται στο δημόσιο λόγο τους οι οπαδοί των δύο άκρων του πολιτικού συστήματος, ως γνήσιοι φορείς του ολοκληρωτικού τους DNA. Έτσι εξηγείται και η έξαρση του μίσους που παρατηρούμε στις δημόσιες τοποθετήσεις πολλών, το τελευταίο διάστημα. Η μόνη διαφορά από το από το παρελθόν είναι ότι στην προκειμένη ιστορική περίοδο, και παρά τους ευσεβείς πόθους και τις φαντασιώσεις ορισμένων, η κοινωνία προχωράει μπροστά αγνοώντας επιδεικτικά αυτές τις λογικές.
Η κοινωνία που υποφέρει, η κοινωνία που μάχεται να επιβιώσει, η κοινωνία που αναζητά μια ελπίδα για να πιαστεί και να δημιουργήσει ξανά, δεν έχει ανάγκες ούτε τις λογικές του συμψηφισμού, ούτε τις αντιλήψεις περί συλλογικής ευθύνης. Κυρίως όμως αποστρέφεται όλους εκείνους που κηρύσσουν το μίσος, που καλλιεργούν τη διχόνοια, που επιθυμούν, για ιδιοτελείς σκοπούς, την επιστροφή σε ένα παρελθόν που καταδίκασε και η λογική και η κοινωνία και η ιστορία.