Η μελέτη για πρώτη φορά ρίχνει φως στο γιατί οι άνθρωποι προχωρημένης ηλικίας ούτε καλά κοιμούνται, ούτε καλά θυμούνται. Το βασικό μήνυμα της νέας έρευνας είναι ότι αν ένας ηλικιωμένος καταφέρνει να κοιμάται καλύτερα, (π.χ. έχοντας κάνει προηγουμένως σωματική άσκηση), θα έχει και καλύτερη μνήμη την επόμενη ημέρα. Η ποιότητα του ύπνου είναι πάντως ένας μόνο από τους παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα της μνήμης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον νευροεπιστήμονα Μπράις Μάντερ του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, Μπέρκλεϊ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευροεπιστήμης Nature Neuroscience, σύμφωνα με το Nature (με συνδρομή η πρόσβαση) και τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» έκαναν μνημονικά πειράματα με δύο ομάδες εθελοντών, η πρώτη 18 ατόμων με μέση ηλικία 20 ετών και η δεύτερη 15 ατόμων με μέση ηλικία 70 ετών.
Οι συμμετέχοντες έπρεπε να θυμηθούν ζεύγη λέξεων μερικά λεπτά αφότου τις είχαν δει, καθώς και την επόμενη ημέρα αφού είχαν κοιμηθεί, ενώ κατά τη διάρκεια του ύπνου τους γινόταν καταγραφή της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου τους από μηχάνημα ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος. Η έρευνα έδειξε ότι οι ηλικιωμένοι είχαν χειρότερη μνήμη από τους νέους (κατά 25% έως 55%), καθώς επίσης σημαντικά μειωμένη λειτουργία των εγκεφαλικών κυμάτων τους στον βαθύ ύπνο.
Όσο πιο μειωμένη ήταν η εγκεφαλική δραστηριότητα στον ύπνο, τόσο χειρότερη ήταν η ικανότητα μνήμης των ηλικιωμένων. Η μελέτη ακόμα έδειξε ότι η μείωση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και της μνήμης σχετιζόταν άμεσα με τον βαθμό συρρίκνωσης της φαιάς ουσίας στην περιοχή του μέσου προμετωπιαίου φλοιού (πίσω από το κέντρο του μετώπου).
«Γνωρίζουμε εδώ και δεκαετίες ότι ο ύπνος διαταράσσεται στους ηλικιωμένους, όμως δεν ξέραμε γιατί. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η εκφύλιση του εγκεφάλου, η κακή μνήμη και ο άσχημος ύπνος δεν είναι ανεξάρτητα πράγματα, αλλά αντίθετα συσχετίζονται σε σημαντικό βαθμό» δήλωσε ο Μπράις Μάντερ.
Ήταν γνωστό στους επιστήμονες ότι ο καλός ύπνος ενισχύει τις νέες μνήμες, ενώ τα χαμηλής ταχύτητας εγκεφαλικά κύματα βοηθάνε στην μεταφορά των μνημονικών πληροφοριών από τον ιππόκαμπο όπου σχηματίζονται, σε άλλα μέρη του εγκεφάλου όπου αποθηκεύονται μακροχρόνια. Η νέα μελέτη δείχνει ότι η φυσιολογική εκφύλιση του προμετωπιαίου φλοιού λόγω γήρατος λιγοστεύει τα αργά εγκεφαλικά κύματα που υπάρχουν κατά τον βαθύ ύπνο, με συνέπεια οι ηλικιωμένοι να δυσκολεύονται να μεταφέρουν τις μνημονικές πληροφορίες τους προς αποθήκευση. Η τελική συνέπεια είναι η αδυναμία διατήρησης πληροφοριών στον εγκέφαλο επί πολύ χρόνο και η απώλεια της μνήμης.
Πέρυσι, μια άλλη έρευνα, με επικεφαλής τη νευροφυσιολόγο Ροξάν Στερνίτσουκ του καναδικού πανεπιστημίου Νταλουζί, παρουσίασε προκαταρκτικά στοιχεία, ότι η διαταραχή του ύπνου μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια τη διάγνωση της εκδήλωσης στη συνέχεια της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Η χειροτέρευση του ύπνου είναι ακόμα πιο έντονη στην περίπτωση του Αλτσχάιμερ, συνεπώς το επόμενο βήμα θα ήταν να δούμε αν η διαταραχή του ύπνου σε αυτούς τους ανθρώπους σχετίζεται με τα συμπτώματα απώλειας μνήμης. Αν όντως αυτό συμβαίνει, η βελτίωση του ύπνου θα μπορούσε να επιβραδύνει αυτή την απώλεια» ανέφερε ο Μάντερ.
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ