Του Τάκη Καμπύλη
Τι λέτε για τον Βασίλη Παπαγεωργόπουλο; Από χτες στη φυλακή για περίπου 20 χρόνια και με εκείνο το εκκωφαντικό «ισόβια χωρίς ελαφρυντικά» στην πλάτη του.
Η μαύρη τρύπα των 20 εκατομμυρίων ευρώ στον Δήμο Θεσσαλονίκης στη διάρκεια της θητείας του άλλοτε προβεβλημένου στελέχους της ΝΔ στην περιοχή της Μακεδονίας δεν έχει κλείσει οικονομικά, έκλεισε όμως πολιτικά. Όσον αφορά το οικονομικό θέμα το έθεσε χτες ο Γιάννης Μπουτάρης δηλώνοντας πως τώρα ήρθε η ώρα να πάρουμε πίσω τα χρήματα.
Ο Γιάννης Μπουτάρης είναι ο μεγάλος κερδισμένος της χτεσινής απόφασης του Εφετείου Κακουργημάτων της Θεσσαλονίκης. Είναι ο πρώτος πολιτικός και ο πρώτος δήμαρχος, που ξεκαθαρίζει ένα σκάνδαλο. Και ενισχύει τις φωνές εκείνων, που στο πρόσωπο του Γιάννη Μπουτάρη βλέπουν όχι μόνο έναν πετυχημένο δήμαρχο αλλά και έναν πολιτικό με εμβέλεια μεγαλύτερη του δήμου Θεσσαλονίκης. Νομίζω ότι οι αναζητήσεις του κεντροαριστερού χώρου τον έχουν πλέον πιο κεντρικά στο κάδρο τον Γιάννη Μπουτάρη.
Ο Μπουτάρης δεν προέρχεται από κάποιο κόμμα, δεν ιδρυματοποιήθηκε μέσα σε κομματικούς σωλήνες, έχει σύγχρονο πολιτικό λόγο, επιβάλλεται στην πολιτική επικοινωνία, έχει στόχους και χάρτη πορείας στο δήμο. Είναι ο πρώτος, ο οποίος έδωσε ένα ηχηρό τέλος σ'ένα σκάνδαλο που δηλητηρίαζε τη Θεσσαλονίκη αφού αφορούσε ένα από τα αγαπημένα παιδιά του συστήματος στη Βόρεια Ελλάδα. Και το κυριότερο; Ο Γιάννης Μπουτάρης γνωρίζει από δημόσια διοίκηση χωρίς να έχει βουλιάξει μέσα της. Τι άλλο θέλουμε;
Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλοςείναι από χτες στις φυλακές Διαβατών. Τον συνόδεψαν η σύζυγός του και χιλιάδες σχόλια στο διαδίκτυο. Τα περισσότερα, σχεδόν όλα, επιθετικά. Εναντίον του.
Μεγαλώσαμε κατά κάποιον τρόπο μαζί του, οι σημερινοί 50άρηδες. Και οι 60άρηδες. Τον βλέπαμε από τα χουντικά επίκαιρα να κατατροπώνει Βαλκάνιους αντιπάλους στις Βαλκανιάδες που τότε τύχαιναν μεγάλης δημοσιότητας.
Ήταν ο «φτερωτός γιατρός». Στο πρόσωπό του εκφράζονταν όλοι οι μύχιοι πόθοι του ελληνικού μικροαστισμού: Γιατρός και πρωταθλητής, σημαιοφόρος, ευσταλής σαν τσολιάς, συντηρητικός, άνθρωπος της εκκλησίας, ένα πρόσωπο οικείο. Δεν σε φόβιζε, δεν ήταν ποτέ ικανός να εκπλήξει ή να καταπλήξει. Ήταν αναμενόμενος. Ό,τι θα ονειρευόταν μια οικογένεια του '60 για το παιδί της. Να μην προκαλεί, να τον καμαρώνει η γειτονιά και οι συγγενείς, επειδή ήταν επιστήμονας και μάλιστα γιατρός, και να αποζητούν την παρέα του οι Αρχές του τόπου.
Ήταν κομμένος και ραμμένος στα μικρά μέτρα μιας εσωστρεφούς Ελλάδας που έμενε ικανοποιημένη από τις πρωτιές στον ασήμαντο βαλκανικό ανταγωνισμό.
Ακολουθώντας τη συνταγή της Μεταπολίτευσης, ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος χρησιμοποίησε με τον καλύτερο τρόπο την κρατική εύνοια. Μεταπήδησε στην πολιτική και συνεπής με τις αρχές του ουδέποτε απασχόλησε με κάποια πρωτοβουλία. Δεν δημιούργησε ποτέ προβλήματα στο κόμμα του, όλοι είχαν ήσυχο το κεφάλι τους μαζί του. Δεν άπλωσε τα πόδια του περισσότερο απ'όσο χρειαζόταν. Του έφθανε ο Δήμος. Κάλλιο πρώτος στο χωριό, αρκεί το χωριό να παραμένει μακρυά από την πόλη. Αρκεί στο χωριό να τα βολεύουμε όπως ξέρουμε, όπως κάναμε πάντα, αρκεί να τα βολεύουμε τα πράγματα μεταξύ μας. Τι δουλειά έχουν στις υποθέσεις μας οι ξένοι, οι Αθηναίοι, το Κράτος. Ήταν ο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος μιας Θεσσαλονίκης που ατένιζε με μακαριότητα το χαμηλό της ταβάνι. Και όσο το μυδοπίλαφο σερβιριζόταν, κι όσο υπήρχε σχόλη για φραπόγαλο όλα πήγαιναν καλά. Ο αμερικανικός νότος του '50 στην καρδιά της Βόρειας Ελλάδας.
Ο Παπαγεωργόπουλος υπερψήφιστηκε και μία και δύο και πολλές φορές από την πόλη του. Και ως βουλευτής της ΝΔ και ως δήμαρχος. Όχι οριακά. Με άνεση εκλεγόταν. Και εκλεγόταν όχι από αυτούς με τους οποίους συνεργαζόταν στο ταμείο του Δήμου αλλά από αυτούς που το γέμιζαν. Εκλεγόταν όταν ακόμη είχε γίνει κοινό μυστικό στην πόλη η αδυναμία του για τη μεγάλη ζωή. Και η στενή του φιλία με τους ταμίες του Δήμου. Είναι τέτοια η βαθιά πόλωση αυτής της κοινωνίας που δεν επιτρέπει την αυτοκάθαρση. Ιδιωτικοποιείται. Εκεί βρίσκεται το ζήτημα: Το πρόβλημα στο εσωτερικό του κομματικού μηχανισμού θα αντιμετωπισθεί ως ιδιωτικό. Ως οικογενειακό μυστικό κι όχι ως δημόσιο θέμα. Και θα κουκουλωθεί σαν τις χαμένες παρθενίες της μετεμφυλιακής Ελλάδας.
Έτσι, απέναντι στον κομματικό αντίπαλο, ουδέποτε διανοήθηκαν οι εκλογείς του και τα κομματικά όργανα να τον κάνουν πέρα. Προτιμούσαν να καλύψουν έναν επίορκο παρά να δώσουν τη νίκη στους αντιπάλους.
Αυτό νομίζω είναι το σημαντικότερο σημείο της υπόθεσης Παπαγεωργόπουλου: Η βαθειά επαρχιώτικη νοοτροπία αυτής της χώρας που προτιμά να καλύπτει το σκάνδαλο και τον υπόλογο παρά να δημοσιοποιηθεί το πρόβλημά της. Τα εν οίκω μη εν δήμω. Η έννοια της συλλογικότητας αποκτά τότε τα χαρακτηριστικά της Μαφίας. Συλλογικότητα είναι κι αυτή.
Δεν ξέρουμε πως θα είχε εξελιχθεί η υπόθεση αν έγκαιρα του είχαν τραβήξει το αυτί από το κόμμα. Αν κάτι του είχαν ψιθυρίσει οι συνήθως λαλίστατοι παπάδες της Βόρειας Ελλάδας. Άραγε τι νόημα είχαν οι συχνότατες επισκέψεις του στον πνευματικό του στο Άγιο Όρος;
Ο Παπαγεωργόπουλος ήταν ο πολιτικός της εποχής του. Μικρο-μεσαίος σε όλα του, ο μικρο-μεσαίος πολιτικός που στήριξε τα αρχηγικά κόμματα, την κομματική νομενκλατυούρα, τελικά με το αζημίωτο...