Η ξενοφοβία, τα φαινόμενα ρατσιστικής βίας που αναπτύσσονται σε επίπεδο κρατών και τοπικών κοινωνικών στην Ευρώπη, είναι το αντικείμενο της νέας έρευνας του Α 9.84 που παρουσιάζεται από σήμερα στην εκπομπή «Αθήνα Σήμερα», με τη Νόνη Καραγιάννη.
Θα γραφτεί το μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου από τον φόβο και την καχυποψία προς τον Άλλο που ζει ανάμεσά μας; Το ερώτημα αυτό μας βασανίζει τη σκέψη με πολλές επίκαιρες αφορμές, εγχώριες και εκτός συνόρων, με πιο πρόσφατη βέβαια την πορεία της Γαλλίας προς τις κάλπες εν μέσω του σοκ από το μακελειό της Τουλούζης, και ενώ ήδη στην προεκλογική εκστρατεία κυριαρχούσαν τα θέματα της ενσωμάτωσης των μεταναστών, της πολιτισμικής διαφοράς, των ρηγμάτων στην κοινωνική συνοχή.
Τι ορίζουμε ως ξενοφοβία; Πώς αυτή αφήνει το στίγμα της στο πολιτικό σκηνικό των ευρωπαϊκών χωρών; Πώς βιώνεται στην προσωπική ιστορία συγκεκριμένων ανθρώπων; Και πώς έχει δοκιμασθεί η αντιμετώπισή της στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών. Τα ερωτήματα αυτά θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε, όσο είναι δυνατόν, στην έρευνα που επιμελήθηκε το διεθνές τμήμα του Αθήνα 9,84 και θα φιλοξενούμε από σήμερα έως και μεθαύριο.
Η ξενοφοβία όπως την ξέρουμε έχει ζωή σχεδόν 40 ετών, καθώς μέχρι την πετρελαϊκή κρίση του 1973 τόσο οι χώρες προέλευσης όσο και οι χώρες υποδοχής αντιμετώπιζαν την μετανάστευση ως ευλογία. Έκτοτε όμως, όπως μας θυμίζει ο ειδικός σε μεταναστευτικά ζητήματα επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Γιώργος Τσιμουρής, οι μετανάστες μετατρέπονται σε αποδιοπομπαίους τράγους ευρύτερων κοινωνικών δεινών.
Μιλάμε για ξενοφοβία. Ωστόσο, το ποιος θεωρείται πραγματικά ξένος ή όχι είναι εντελώς ρευστό Eίναι χαρακτηριστικό, λ.χ. το παράδειγμα της Ολλανδίας, όπου, όπως μας υπενθυμίζει ο κ. Τσιμουρής, οι μετανάστες οι προερχόμενοι από εξωτικές περιοχές του κόσμου, που όμως υπήρξαν ολλανδικές αποικίες, υπήρξαν πάντοτε πολύ πιο ευπρόσδεκτοι από τους μετανάστες από ευρωπαϊκές χώρες.
Αντίστοιχα, στην Τουρκία, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου στην Κωνσταντινούπολη Άλκη Κούρκουλα, οι ξένοι που προέρχονται από χώρες που άλλοτε ήσαν οθωμανικές επαρχίες αντιμετωπίζονται πολύ πιο ευνοϊκά από τους υπόλοιπους. Η νοοτροπία των κληρονόμων μιας αυτοκρατορίας φαίνεται πως δεν έχει εγκαταλείψει τους γείτονες.
Έτσι και αλλιώς ο ρατσισμός και η ξενοφοβία άλλαξαν χαρακτήρα μέσα στον χρόνο. Ο παλαιότερος βιολογικός ρατσισμός που έκανε λόγο για κατώτερες φυλές έχει σχεδόν εξαφανισθεί μεταπολεμικά. Αντίθετα, στις μέρες μας κυριαρχεί ο λεγόμενος πολιτισμικός ρατσισμός: ο Άλλος θεωρείται ανεπιθύμητος διότι ανήκει σε μία κουλτούρα, που υποτίθεται ότι έρχεται σε σύγκρουση με τη δική μας. «Όπως, όμως, μας αποκάλυψε η οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, ο «ξένος» δεν έφτασε να είναι εντέλει παρά ο άλλος Ευρωπαίος, που τον αισθανόμαστε ως οικονομική απειλή - είτε μιλάμε για τον περίφημο Πολωνό υδραυλικό είτε για τους δήθεν οκνηρούς και υπερχρεωμένους λαούς της Μεσογείου», τονίζει ο κ. Γ. Τσιμουρής.
Η φιλολογία σχετικά με τα ανυπέρβλητα, υποτίθεται, εμπόδια που ορθώνει στην ενσωμάτωση των
μεταναστών η κουλτούρα της χώρας προέλευσής τους, αν δεν κινδυνεύει να αλλοιώσει την ίδια τη φυσιογνωμία των χωρών υποδοχών, επανέρχεται συχνά και με θορυβώδη τρόπο στα μέσα ενημέρωσης. Λ.χ. Φέρνει κανείς στο νου τις συζητήσεις για τον κίνδυνο μετατροπής της Ευρώπης σε Ευραβία ή το πολύ πιο πρόσφατο παράδειγμα της Γαλλίας, όπου εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας η Μαρίν Λεπέν του Εθνικού Μετώπου ήγειρε το ζήτημα, στο οποίο κατόπιν υπερθεμάτισε ο υπουργός Εσωτερικών Κλοντ Γκεάν, του κρέατος χαλάλ, του σφαγμένου δηλ. σύμφωνα με τους μουσουλμανικούς κανόνες. Στη γειτονική μας Ιταλία πάντως, αναφέρει ο ανταποκριτής της ΕΡΤ στη Ρώμη Δημήτρης Δεληολάνης, τον αντίστοιχο ρόλο έπαιξαν τα
κεμπαμπτζίδικα, αλλά και τα εγκλήματα τιμής.
Αλλά βέβαια το ζήτημα που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο εξήψε τα πάθη, αν κρίνουμε και από τις μαρτυρίες για τα κίνητρα του δολοφόνου της Τουλούζης, ήταν η απαγόρευση της ισλαμικής μαντίλας στη Γαλλία. Η επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνά Αθανασίου, μας θυμίζει ωστόσο ότι αυτή η υποκριτική επιστράτευση του φεμινισμού για τον στιγματισμό του «ξένου ανάμεσά μας» συνέπιπτε και μια πολεμική εξόρμηση της Δύσης στο όνομα μεταξύ άλλων των δικαιωμάτων των γυναικών.
Συνολικά τα φεμινιστικής εμπνεύσεως επιχειρήματα φαίνεται να παίζουν κεντρικό ρόλο στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ξενοφοβία και ιδίως ισλαμοφοβία. Η κ. Αθανασίου πάντως επιμένει ότι κάτι τέτοιο προδίδει το πραγματικό πνεύμα του φεμινισμού.
Θα γραφτεί το μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου από τον φόβο και την καχυποψία προς τον Άλλο που ζει ανάμεσά μας; Το ερώτημα αυτό μας βασανίζει τη σκέψη με πολλές επίκαιρες αφορμές, εγχώριες και εκτός συνόρων, με πιο πρόσφατη βέβαια την πορεία της Γαλλίας προς τις κάλπες εν μέσω του σοκ από το μακελειό της Τουλούζης, και ενώ ήδη στην προεκλογική εκστρατεία κυριαρχούσαν τα θέματα της ενσωμάτωσης των μεταναστών, της πολιτισμικής διαφοράς, των ρηγμάτων στην κοινωνική συνοχή.
Τι ορίζουμε ως ξενοφοβία; Πώς αυτή αφήνει το στίγμα της στο πολιτικό σκηνικό των ευρωπαϊκών χωρών; Πώς βιώνεται στην προσωπική ιστορία συγκεκριμένων ανθρώπων; Και πώς έχει δοκιμασθεί η αντιμετώπισή της στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών. Τα ερωτήματα αυτά θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε, όσο είναι δυνατόν, στην έρευνα που επιμελήθηκε το διεθνές τμήμα του Αθήνα 9,84 και θα φιλοξενούμε από σήμερα έως και μεθαύριο.
Η ξενοφοβία όπως την ξέρουμε έχει ζωή σχεδόν 40 ετών, καθώς μέχρι την πετρελαϊκή κρίση του 1973 τόσο οι χώρες προέλευσης όσο και οι χώρες υποδοχής αντιμετώπιζαν την μετανάστευση ως ευλογία. Έκτοτε όμως, όπως μας θυμίζει ο ειδικός σε μεταναστευτικά ζητήματα επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Γιώργος Τσιμουρής, οι μετανάστες μετατρέπονται σε αποδιοπομπαίους τράγους ευρύτερων κοινωνικών δεινών.
Μιλάμε για ξενοφοβία. Ωστόσο, το ποιος θεωρείται πραγματικά ξένος ή όχι είναι εντελώς ρευστό Eίναι χαρακτηριστικό, λ.χ. το παράδειγμα της Ολλανδίας, όπου, όπως μας υπενθυμίζει ο κ. Τσιμουρής, οι μετανάστες οι προερχόμενοι από εξωτικές περιοχές του κόσμου, που όμως υπήρξαν ολλανδικές αποικίες, υπήρξαν πάντοτε πολύ πιο ευπρόσδεκτοι από τους μετανάστες από ευρωπαϊκές χώρες.
Αντίστοιχα, στην Τουρκία, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου στην Κωνσταντινούπολη Άλκη Κούρκουλα, οι ξένοι που προέρχονται από χώρες που άλλοτε ήσαν οθωμανικές επαρχίες αντιμετωπίζονται πολύ πιο ευνοϊκά από τους υπόλοιπους. Η νοοτροπία των κληρονόμων μιας αυτοκρατορίας φαίνεται πως δεν έχει εγκαταλείψει τους γείτονες.
Έτσι και αλλιώς ο ρατσισμός και η ξενοφοβία άλλαξαν χαρακτήρα μέσα στον χρόνο. Ο παλαιότερος βιολογικός ρατσισμός που έκανε λόγο για κατώτερες φυλές έχει σχεδόν εξαφανισθεί μεταπολεμικά. Αντίθετα, στις μέρες μας κυριαρχεί ο λεγόμενος πολιτισμικός ρατσισμός: ο Άλλος θεωρείται ανεπιθύμητος διότι ανήκει σε μία κουλτούρα, που υποτίθεται ότι έρχεται σε σύγκρουση με τη δική μας. «Όπως, όμως, μας αποκάλυψε η οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, ο «ξένος» δεν έφτασε να είναι εντέλει παρά ο άλλος Ευρωπαίος, που τον αισθανόμαστε ως οικονομική απειλή - είτε μιλάμε για τον περίφημο Πολωνό υδραυλικό είτε για τους δήθεν οκνηρούς και υπερχρεωμένους λαούς της Μεσογείου», τονίζει ο κ. Γ. Τσιμουρής.
Η φιλολογία σχετικά με τα ανυπέρβλητα, υποτίθεται, εμπόδια που ορθώνει στην ενσωμάτωση των
μεταναστών η κουλτούρα της χώρας προέλευσής τους, αν δεν κινδυνεύει να αλλοιώσει την ίδια τη φυσιογνωμία των χωρών υποδοχών, επανέρχεται συχνά και με θορυβώδη τρόπο στα μέσα ενημέρωσης. Λ.χ. Φέρνει κανείς στο νου τις συζητήσεις για τον κίνδυνο μετατροπής της Ευρώπης σε Ευραβία ή το πολύ πιο πρόσφατο παράδειγμα της Γαλλίας, όπου εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας η Μαρίν Λεπέν του Εθνικού Μετώπου ήγειρε το ζήτημα, στο οποίο κατόπιν υπερθεμάτισε ο υπουργός Εσωτερικών Κλοντ Γκεάν, του κρέατος χαλάλ, του σφαγμένου δηλ. σύμφωνα με τους μουσουλμανικούς κανόνες. Στη γειτονική μας Ιταλία πάντως, αναφέρει ο ανταποκριτής της ΕΡΤ στη Ρώμη Δημήτρης Δεληολάνης, τον αντίστοιχο ρόλο έπαιξαν τα
κεμπαμπτζίδικα, αλλά και τα εγκλήματα τιμής.
Αλλά βέβαια το ζήτημα που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο εξήψε τα πάθη, αν κρίνουμε και από τις μαρτυρίες για τα κίνητρα του δολοφόνου της Τουλούζης, ήταν η απαγόρευση της ισλαμικής μαντίλας στη Γαλλία. Η επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνά Αθανασίου, μας θυμίζει ωστόσο ότι αυτή η υποκριτική επιστράτευση του φεμινισμού για τον στιγματισμό του «ξένου ανάμεσά μας» συνέπιπτε και μια πολεμική εξόρμηση της Δύσης στο όνομα μεταξύ άλλων των δικαιωμάτων των γυναικών.
Συνολικά τα φεμινιστικής εμπνεύσεως επιχειρήματα φαίνεται να παίζουν κεντρικό ρόλο στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ξενοφοβία και ιδίως ισλαμοφοβία. Η κ. Αθανασίου πάντως επιμένει ότι κάτι τέτοιο προδίδει το πραγματικό πνεύμα του φεμινισμού.